Λευτέρης Παύλου – Η Τελετουργία και η Μουσική στα Αναστενάρια

Συνέντευξη στην Κωνσταντία Δούκα

Το έθιμο της Πυροβασίας είναι η κορύφωση του ετήσιου ιεροτελεστικού κύκλου των «Αναστεναρίων». Λαμβάνει χώρα κυρίως στις 21 Μαΐου εορτή του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης, στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και της Θράκης. 

Πρόκειται για ένα έθιμο με βαθιές ρίζες στην αρχαιότητα, με πυρήνα τα χωριά της Νοτιοανατολικής περιοχής της Ανατολικής Ρωμυλίας (σημερινή Βουλγαρία) και κυριότερα τα χωριά Κωστί και Μπροντίβο.

Από το 1913, κατά την διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων μέχρι και την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, οι «Αναστενάρηδες» φύγανε μαζί με τις εικόνες των Αγίων και διασπάρθηκαν σε πολλές αγροτικές περιοχές της Ελλάδας, όπως της Μακεδονίας, κατά κύριο λόγο. Οι περιοχές που τελούν την Πυροβασία και τα «Αναστενάρια» είναι ο Λαγκαδάς Θεσσαλονίκης, η Αγία Ελένη Σερρών, ο Άγιος Ιωάννης Σερρών, η Κερκίνη Σερρών, η Μαυρολεύκη Δράμας, και η Μελίκη Ημαθίας.

Σύμφωνα με το domnasamiou.gr, Το έθιμο διαρκεί τρεις μέρες. Από την παραμονή, οι συμμετέχοντες συγκεντρώνονται στο «Kονάκι» (δωμάτιο στο σπίτι του Αρχιαναστενάρη) και το απόγευμα, μετά τον εσπερινό, με τη συνοδεία μουσικών, οι πιστοί παίρνουν τις εικόνες των δύο Αγίων από την εκκλησία για να τις τοποθετήσουν σε τιμητική θέση στο «Κονάκι».
Η μελωδία που συνοδεύει τη λιτανεία των «Αναστενάρηδων», όταν βγαίνουν από το «κονάκι», ονομάζεται «Σκοπός του δρόμου». Είναι ο πρώτος από τους τρεις σκοπούς που ακούγονται κατά τη διάρκεια της τελετουργίας. Οι μουσικοί (ένα νταούλι, ένα μεγάλο τύμπανο –όργανο που θεωρείται ιερό και κρατά το ρυθμό- και μία λύρα) τοποθετούνται επικεφαλής της πομπής, ακολουθούμενοι από τους «Αναστενάρηδες» που κρατούν αναμμένα κεριά.

Ο δεύτερος σκοπός, που ονομάζεται «Στα πράσινα λιβάδια» είναι αργός. Οι στίχοι περιγράφουν την αρπαγή μιας νεαρής Ελληνίδας μάνας από τους Τούρκους. Ακούγοντας αυτό το σκοπό, οι «Αναστενάρηδες», που είναι καθισμένοι γύρω από τις ιερές εικόνες, σηκώνονται, παίρνουν τις εικόνες στην αγκαλιά τους κι αρχίζουν να χορεύουν. Στο σημείο αυτό ο λυράρης ξεκινά το χορευτικό «Ο Κωνσταντίνος, ο μικρός», τον τρίτο και πιο σημαντικό από τους σκοπούς της τελετουργίας. Ο ίδιος αυτός σκοπός, παιγμένος από τη λύρα και το νταούλι, συνοδεύει την πυροβασία που λαμβάνει χώρα το απόγευμα της επομένης, στην πλατεία του χωριού, ενώπιον μεγάλου πλήθους.

Το μουσικό μέρος του πολύ ιδιαίτερου εθίμου, παρουσιάζει στο folkradio.gr, ο μουσικός και καθηγητής στη Σχολή Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Λευτέρης Παύλου, ο οποίος από την εφηβική του ηλικία  συμμετέχει στα «Αναστενάρια» συνοδεύοντας με νταούλι, λύρα και τραγούδι.

Ποιο είναι το βασικό οργανολόγιο στα «Αναστενάρια»;
Το οργανολόγιο που συναντάμε στα «Αναστενάρια» αποτελείται από τη λύρα, το vταούλι και τη γκάιντα. Η λύρα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο με την έννοια ότι η γκάιντα ή το νταούλι μπορεί να σταματήσουν κάποια στιγμή, η λύρα όμως συνεχίζει να παίζει. Σε όλες τις φάσεις του εθίμου υπάρχει από πίσω μια μουσική που για κάθε περίσταση είναι διαφορετική. Η λύρα είναι η θρακιώτικη λύρα, ο γνωστός τύπος της αχλαδόσχημης που συναντάμε σε όλο το Αιγαίο και στην Κρήτη. Το νταούλι είναι στενό και μακρύ, 25-27 εκατοστά πάχος και γύρω στα 60 εκατοστά στη διάμετρο. 

Τα «Αναστενάρια» είναι ένα έθιμο που το έφεραν Θρακιώτες της Ανατολικής Θράκης από δύο χωριά, το Κωστή και τον Μπροντίβο. Η δική μου οικογένεια ήρθε από τον Μπροντίβο, ενώ και τα δύο χωριά είναι κοιτίδες «Αναστενάρηδων», που όμως υπήρχαν και σε άλλα διπλανά χωριά, όπως ο Άγιος Στέφανος, το Καράτζος, το Ρέσβι, αλλά και σε βουλγαρικά χωριά, το Γραμματίκοβο και το Βούλγαρι. Εκεί, παλιότερα είχαν θέματα με το κομμουνιστικό καθεστώς, γιατί είχε δοθεί μια διάσταση εντελώς φολκλόρ. Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν άνθρωποι, όμως, και εκεί που είναι πολύ κοντά στην δική μας αισθητική. 

Το συγκεκριμένο έθιμο, σε κάποιες περιοχές, συνοδεύεται μόνο με λύρα, νταούλι ή και τα τρία μαζί. Παίζουν τα συγκεκριμένα όργανα και τα τρία μαζί ή τα δύο μαζί γιατί σε κάποιες περιοχές δεν έχουμε γκάιντα. 
Η θρακιώτικη λύρα διασώθηκε κυρίως από αυτό το έθιμο, επειδή ακριβώς ήταν απαραίτητη. Είχε φτάσει στο σημείο να εξαφανιστεί και έπαιζαν μόνο 5 – 6 γέροντες. Τα τελευταία 15 χρόνια όμως υπάρχει ένα κίνημα από νέους ανθρώπους, που ασχολούνται με τη θρακιώτικη λύρα. Το έθιμο πολλές φορές παιζόταν με όποιο από αυτά τα όργανα ήταν διαθέσιμο. Στην καλύτερη περίπτωση και τα τρία μαζί, ενώ κάποιες φορές είχαν και δύο λύρες. Μου έχει τύχει να παίζουμε 3 – 4 λύρες μαζί, τέσσερα νταούλια και δύο γκάιντες. Αυτό μπορεί να συμβαίνει σε μέρη όπως στο Λαγκαδά. Το κανονικό σχήμα θα έλεγα ότι πιο πολύ είναι μια λύρα και ένα νταούλι ή μόνο μία λύρα ή μόνο μία γκάιντα. Σε μία ζυγιά βρίσκουμε συνήθως δύο λύρες ένα νταούλι, λύρα με λύρα και γκάιντα με νταούλι

Γνωρίζετε συγκεκριμένους παλιούς ή νέους μουσικούς, οι οποίοι να είχαν ενεργό ρόλο στα «Αναστενάρια»; 
Καταρχάς, οι «Αναστενάρηδες», δεν είναι μόνο αυτοί που κάνουν Πυροβασία. Ένας από τους ρόλους στο έθιμο είναι και η μουσική, αλλά υπάρχει μια ιερότητα και τελετουργία. Η λύρα και το νταούλι είναι κρεμασμένα στο κονάκι, στον τόπο δηλαδή που είναι τα ιερά εικονίσματα. Αυτά τα όργανα δεν χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς. Είναι εκεί κρεμασμένα γι’ αυτή τη δουλειά, δίνοντας στο έθιμο μια ιερότητα.

Τα «Αναστενάρια» διαδραματίζονται σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Ενώ, η Πυροβασία συμβαίνει στις 21 Μαΐου. Σωστά; 
Τα «Αναστενάρια» είναι μια κοινή προσευχή, που συμβαίνει όλο το χρόνο, όταν οι «Αναστενάρηδες» νιώσουν ότι υπάρχει λόγος. Το έθιμο έχει όμως συγκεκριμένες ημερομηνίες. Το πιο γνωστό πανηγύρι είναι του Αγίου Κωνσταντίνου και Αγίας Ελένης, στις 21 Μαΐου, ενώ ξεκινάει δύο – τρεις μέρες πιο πριν. Αυτό ξέρουν οι πιο πολλοί, αλλά υπάρχει και του Αγίου Παντελεήμονα, της Παναγίας, του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου Αθανασίου. Το μεγάλο Χειμωνιάτικο πανηγύρι συμβαίνει τον πρώτο μήνα του χρόνου 17 με 20 Ιανουαρίου. Κάποιες από αυτές τις λειτουργίες έχουν πυροβασία, όπως του Αγίου Αθανασίου, του Αγίου Κωνσταντίνου και του Αγίου Παντελεήμονα και οι άλλες έχουν τα λεγόμενα «τραπέζια». Μετά από το τέλος της λειτουργίας στην εκκλησία, οι «Αναστενάρηδες» θυμιάζουν. Εύχονται «Χρόνια πολλά» ο ένας στον άλλο και λένε τραγούδια της πατρίδας τους. 

Ποιοι είναι οι πιο γνωστοί μουσικοί στα «Αναστενάρια»;
Μια εμβληματική προσωπικότητα ήταν ο Μπάρμπα-Γιάννης Στρίκος από την Αγία Ελένη Σερρών. Ένας εκπληκτικός λυράρης, εξαιρετικός δεξιοτέχνης της θρακιώτικης Λύρας, μακράν ο καλύτερος και πιο αποδεκτός από όλους. Ήταν βαθύς γνώστης του εθίμου, του ρεπερτορίου και των δεξιοτήτων του οργάνου. Επίσης σπουδαίος ήταν ο αδερφός του Νίκος. Επίσης, από την Αγία Ελένη Σερρών ήταν και ο Δημήτρης Λάντζος. Ο Μήτσος Βλάσκος ήταν εκπληκτικός τραγουδιστής και ο Δημήτρης Κουκουρίγκος από την Κερκίνη πολύ καλός λυράρης. Ο αδελφός του επίσης από εκεί. Δυστυχώς, όλοι αυτοί έχουν πεθάνει. Ήταν γεννημένοι στις αρχές του 1900. Ο πιο αποδεκτός από όλους, αυτή τη στιγμή, είναι ο Σπύρος Κούκκος από την Αγία Ελένη Σερρών, λυράρης. 

Οι μουσικοί της γενιάς μας, το προσπαθούμε όσο μπορούμε. Προσωπικά, παίζω κρουστά, αλλά η λύρα είναι άλλη υπόθεση για μένα. Με τα κρουστά, σώζω τις πρακτικές ανάγκες μου, και με τη λύρα σώζω τις πνευματικές μου ανάγκες.

Τα «Αναστενάρια» είναι ένα έθιμο βαθιά ριζωμένο…
Ναι, είναι ένα έθιμο που είναι βαθιά ριζωμένο και λίγο παρεξηγημένο από τη φύση του. Έχει μια Μεταφυσική διάσταση λόγω της Πυροβασίας. Για μένα, όλο αυτό είναι μια κοινή προσευχή ανθρώπων. 

Προσωπικά, πως ήρθατε σε επαφή με το έθιμο;
Η οικογένειά μου ήταν μία από αυτές που έφεραν το έθιμο. Κάποια στιγμή έφυγα, έγινα κομμουνιστής, άθεος, αλλά στην εφηβεία μου, άρχισα να συνδέομαι με το έθιμο, ξαφνικά. Άκουσα κάποια στιγμή μια λύρα, να παίζει και βούρκωσα! Παρότι είχα να ακούσω αυτό τον ήχο από 5 χρονών. Έτσι ξαναγύρισα κοντά στο έθιμο. Μέσω της μουσικής του «Αναστενάρη» άρχισα να ασχολούμαι με το ρεπερτόριο αυτής της περιοχής, μέσω της Λύρας. 

Θεωρείτε πως υπάρχει μέλλον στα «Αναστενάρια»; 
Ναι, υπάρχει μέλλον. Τα μηνύματα είναι μάλλον ενθαρρυντικά και αισιόδοξα. Βέβαια, οι μουσικές στο έθιμο είναι πολύ συγκεκριμένες και συγκεκριμένες στιγμές. Για εμάς που είμαστε κοντά στα «Αναστενάρια», το πρώτο πράγμα που λέμε σε όσους θέλουν να μάθουν είναι το τραγούδι του «Παππού». Παππούς μας είναι ο Άγιος Κωνσταντίνος

Υπάρχει κάποια σειρά στα τραγούδια και τις μελωδίες, στα «Αναστενάρια»;
Ναι, υπάρχει συγκεκριμένη δομή και ρεπερτόριο. Σε κάθε μετακίνηση που κάνει ένα εικόνισμα και μεταφέρεται είτε από ένα σπίτι στο Κονάκι, είτε από το Κονάκι στο χώρο πυροβασίας, ή από το Κονάκι σε ένα άλλο σπίτι. Υπάρχει συγκεκριμένο τραγούδι, ένας οργανικός σκοπός «Του δρόμου», έτσι λέγεται. Είναι ένας μαντηλάτος. Όταν ξεκινάει το Πανηγύρι και θυμιάζουν, εκεί κάνουμε ένα «παράπονο» με τη λύρα κάτι σαν ταξίμι, μια μελωδία που λέγεται «Πα’ σε πράσινο λιβάδι», που πρόκειται για ένα ακριτικό τραγούδι. Μετά παίζουμε το τραγούδι του «Παππού», το τραγούδι του Κωνσταντίνου, που είναι επίσης ακριτικό τραγούδι. Στη διάρκεια αυτού του τραγουδιού μπορείς να σταματήσεις και να παίξεις κάποια μελωδικά μοτίβα, και μετά να επανέλθουμε στο τραγούδι. Αυτό μπορεί να επαναληφθεί αρκετές φορές. Όλα είναι του χορού. Στις ανάπαυλες του Πανηγυριού λέμε διάφορα τραγούδια που επίσης ανήκουν στον ακριτικό κύκλο. Όλα είναι εκείνης της εποχής. Ή στις ανάπαυλες για να ανοίξεις το πανηγύρι πάλι λες ένα τραγούδι από το σκληρό πυρήνα των «Αναστενάρηδων». Το ένα να σε φέρνει σε χαλάρωση και το άλλο να σε φέρει σε εγρήγορση, και με αυτή τη λογική δημιουργεί ένταση και ώθηση. Με τραγούδια του ακριτικού κύκλου. Εννοείται, πως το ίδιο συμβαίνει και με την πυροβασία, δηλαδή φεύγεις από το Κονάκι με Εικονίσματα, με έναν οργανικό σκοπό με πεζούς στο δρόμο, και φτάνεις στον άλλον τόπο πυροβασίας. Παίζεις το τραγούδι του «Παππού» με τις όποιες αλλαγές, τα όποια μελωδικά μοτίβα. Όταν τελειώσει όλη αυτή η πράξη, παίζεις το Συρτό. Μια μελωδία πολύ συγκεκριμένη που μπορούν να χορέψουν ο «Αναστενάρης», συγγενείς και φίλοι. Είναι ένας ιδιαίτερος χορευτικός ρυθμός σε 8/8. Μετά, πάλι παίζουμε το γνωστό Συρτό της Ανατολικής Θράκης, μετά ξανά «Του δρόμου» για να φτάσουμε στο Κονάκι και μετά λίγο του «Παππού». Εκεί θα μείνουν τα εικονίσματα στον τόπο. Μετά ξεκινάει το τραπέζι με το να θυμιάζεις πάλι και όταν θυμιάζουν εκείνη τη στιγμή λες το «Πά’ στο πράσινο λιβάδι». Και αφού τρως και πίνεις, αρχίζεις πάλι στο τέλος κάποια ακριτικά. Τα τραγούδια όμως όσο πάνε χαλαρώνουν και η διάθεση γίνεται και λίγο πιο χορευτική και καμιά φορά, μπορεί να χορέψουν μέσα στο Κονάκι. Τέλος, υπάρχει και μια ακόμα μελωδία, όταν σηκωθεί το τραπέζι. Αφού τελειώσει και πριν μπει ο χορός, αν υπάρχει διάθεση, παίζουμε μια συγκεκριμένη μελωδία που είναι «Ο σκοπός της απόλυσης», όπου όλοι όσοι έφαγαν και ήπιαν στο τραπέζι πλένουν τα χέρια τους, χαιρετούν τα εικονίσματα και εκείνη τη στιγμή παίζουμε μια συγκεκριμένη μελωδία. Ο καθένας είτε κάθεται και χορεύει εάν υπάρχει διάθεση, ή πάει στην ευχή της Παναγίας και τη βοήθεια των Αγίων.

Share this Article